- Το πακέτο στήριξης ύψους 140 δις δολαρίων που δόθηκε από τους Ευρωπαίους εταίρους και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στην ελληνική κυβέρνηση της δίνει μια ανάσα χρόνου προκειμένου να αναλάβει το δύσκολο έργο της αποκατάστασης των δημοσίων οικονομικών της
Κατά βάθος η παρούσα κρίση αποτελεί μια ακόμη εκδήλωση του αποκληθέντος ‘πολιτικού τριλήμματος της παγκόσμιας οικονομίας’: Η οικονομική παγκοσμιοποίηση, η πολιτική δημοκρατία και το έθνος κράτος είναι ασυμβίβαστα μεταξύ τους. Τα δύο εξ αυτών μπορούν να συνυπάρχουν. Η δημοκρατία είναι συμβατή με την εθνική κυριαρχία αν περιορίσουμε την παγκοσμιοποίηση. Αν όμως επιδιώξουμε την παγκοσμιοποίηση με τη διαχείριση να παραμένει στο έθνος κράτος, πρέπει να αφήσουμε κατά μέρος τη δημοκρατία. Αν πάλι θέλουμε δημοκρατία και παγκοσμιοποίηση, θα πρέπει να παραμερίσουμε το έθνος κράτος και να πάμε σε σχήματα ευρύτερης διεθνούς διακυβέρνησης.
Η ιστορία της παγκόσμιας οικονομίας μας δείχνει πώς δουλεύει αυτό το… τρίλημμα. Η πρώτη εποχή της παγκοσμιοποίησης, που κράτησε μέχρι το 1914, υπήρξε επιτυχής για όσον καιρό οι νομισματικές και οικονομικές πολιτικές δεν επηρεάζονταν από τις εσωτερικές πολιτικές πιέσεις. Έτσι, οι σχετικές πολιτικές μπορούσαν τότε να ακολουθούν πλήρως τα ζητούμενα του κανόνα χρυσού και της ελεύθερης κίνησης των κεφαλαίων. Αλλά από τη στιγμή που διευρύνθηκε το δικαίωμα ψήφου, που οργανώθηκε η εργατική τάξη, και που η μαζική πολιτική κοινωνία έγινε ο κανόνας, οι εσωτερικοί οικονομικοί στόχοι άρχισαν να ανταγωνίζονται και να υπερκεράζουν τους εξωτερικούς κανόνες και περιορισμούς.
Η κλασική περίπτωση είναι η σύντομη επιστροφή της Βρετανίας στο κανόνα του χρυσού κατά την μεσοπολεμική περίοδο. Η προσπάθεια αποκατάστασης του μοντέλου της προ του Α Παγκοσμίου Πολέμου παγκοσμιοποίησης κατέρρευσε το 1931, όταν οι εσωτερικές πολιτικές δυνάμεις υποχρέωσαν τη βρετανική κυβέρνηση να εγκαταλείψει τον κανόνα του χρυσού και να πορευτεί στη βάση των εσωτερικών αναπληθωριστικών πιέσεων.
Οι αρχιτέκτονες του καθεστώτος Μπρέττον Γουντς δεν λησμόνησαν αυτό το δίδαγμα όταν σχεδίασαν το παγκόσμιο νομισματικό σύστημα το 1944. Κατανοούσαν ότι οι δημοκρατικές χώρες είχαν την ανάγκη να ορίζουν οι ίδιες και ανεξάρτητα τη νομισματική και δημοσιονομική πολιτική τους. Προϋπέθεσαν λοιπόν μια ‘λεπτή’ παγκοσμιοποίηση, με τη ροή κεφαλαίων κατά βάση κινούμενη στον μακροπρόθεσμο δανεισμό. Ο Τζον Μάιναρντ Κέινς, που συνέγραψε τους κανόνες του συστήματος Μπρέττον Γουντς μαζί με τον Χάρι Ντέξτερ Γουάιτ, θεωρούσε τον έλεγχο των κεφαλαίων όχι σαν προσωρινή μεθόδευση αλλά σαν μόνιμο χαρακτηριστικό της παγκόσμιας οικονομίας.
Το καθεστώς Μπρέττον Γουντς κατέρρευσε όμως κατά τη δεκαετία του 1970 ως αποτέλεσμα της ανικανότητας ή της απροθυμίας – δεν είναι ξεκάθαρο τι από τα δύο – των κυβερνήσεων να διαχειριστούν την αυξανόμενη ροή κεφαλαίων.
Το τρίτο στοιχείο του ‘τριλήμματος’ έχει να κάνει με την απεμπόληση της εθνικής κυριαρχίας. Στην περίπτωση αυτή η οικονομική ολοκλήρωση μπορεί να συνδέεται με τη δημοκρατία μέσα από την πολιτική ένωση των κρατών. Η απώλεια εθνικής κυριαρχίας αντισταθμίζεται έτσι από τη διεθνοποίηση των δημοκρατικών πολιτικών. Ας το θεωρήσουμε σαν μια παγκόσμια εκδοχή ομοσπονδιοποίησης.
Οι ΗΠΑ, για παράδειγμα, δημιούργησαν μια ενιαία εθνική αγορά από τη στιγμή που η ομοσπονδιακή κυβέρνηση διασφάλισε επαρκώς τον πολιτικό έλεγχο από τις επιμέρους Πολιτείες. Αυτό δεν ήταν καθόλου ήπια διαδικασία, όπως άλλωστε δείχνει ο Αμερικανικός Εμφύλιος.
Οι δυσκολίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης πηγάζουν από το γεγονός ότι η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση βρήκε την Ευρώπη στα μισά του δρόμου προς μια τέτοια διαδικασία ομοσπονδιοποίησης. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες πάντοτε κατανοούσαν ότι για τη στήριξη της οικονομικής ένωσης απαιτούνταν και ένας πολιτικός βραχίονας. Ακόμη και αν ορισμένοι, για παράδειγμα οι Βρετανοί, ήθελαν να παραχωρήσουν στην ένωση όσο το δυνατόν λιγότερες εξουσίες, η βασική και ισχυρή ροπή ήταν προς την πολιτική ολοκλήρωση παράλληλα με την οικονομική ολοκλήρωση. Όμως το ευρωπαϊκό πολιτικό σχέδιο έμεινε πολύ πίσω σε σχέση με το οικονομικό.
Η Ελλάδα επωφελήθηκε από το ενιαίο νόμισμα, τις ενοποιημένες αγορές κεφαλαίων και το ελεύθερο εμπόριο με τα άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ. Όμως δεν έχει αυτόματη πρόσβαση σε κάποιον …Ευρωπαίο δανειστή εσχάτου καταφυγίου. Και οι Έλληνες πολίτες δεν παραλαμβάνουν επιδόματα ανεργίας από τις Βρυξέλλες όπως έκαναν οι κάτοικοι της Καλιφόρνια από την Ουάσιγκτον όταν η Πολιτεία τους είχε ύφεση. Επιπλέον με δεδομένα τα γλωσσικά και πολιτισμικά εμπόδια, οι άνεργοι Έλληνες δεν είναι εύκολο να μετακινηθούν προς τα πιο ευημερούντα ευρωπαϊκά κράτη. Και οι ελληνικές τράπεζες και εταιρείες θα χάσουν την αξιοπιστία τους μαζί με την κυβέρνηση αν οι αγορές καταλήξουν στο ότι η ελληνική κυβέρνηση είναι αφερέγγυα.
Οι κυβερνήσεις της Γαλλίας και της Γερμανίας, από την πλευρά τους, δεν μπορούν να παρέμβουν ουσιαστικά σε ό,τι αφορά τη δημοσιονομική πολιτική της Ελλάδας. Δεν μπορούν να αποτρέψουν τον υψηλό δανεισμό της ελληνικής κυβέρνησης από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για όσον καιρό οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης θεωρούν τους ελληνικούς τίτλους αξιόπιστους. Αν η Ελλάδα προχωρήσει σε στάση πληρωμών δεν μπορούν να επιβάλουν τις απαιτήσεις των τραπεζών τους στο ελληνικό δημόσιο ούτε να κατάσχουν ελληνικά περιουσιακά στοιχεία. Και δεν μπορούν ούτε να αποτρέψουν την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη.
Όλα αυτά όμως σημαίνουν ότι η παρούσα χρηματοπιστωτική κρίση θα είναι βαθύτερη και πως οι συνέπειές της χειρότερες απ’ ό,τι θα μπορούσαν. Η Γαλλία και η Γερμανία παραχώρησαν απρόθυμα το πακέτο βοήθειας στην Ελλάδα μόνο μετά από μεγάλες καθυστερήσεις και με συμμετοχή του ΔΝΤ. Η ΕΚΤ χαμήλωσε τον πήχη της βαθμολογίας που θα πρέπει να έχουν οι ελληνικοί κρατικοί τίτλοι προκειμένου να δανείζει τις ελληνικές τράπεζες.
Με δεδομένο το μέγεθος της δημοσιονομικής σύσφιξης που απαιτείται και την εχθρότητα των Ελλήνων εργαζομένων απέναντι στα μέτρα, η επιτυχία της ελληνικής διάσωσης δεν είναι διασφαλισμένη.
Αυτό που αποκάλυψε η κρίση είναι το πόσο απαιτητικές είναι οι πολιτικές προϋποθέσεις της παγκοσμιοποίησης. Έδειξε επίσης πόσο πρέπει να εξελιχθούν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί για να στηρίξουν μια υγιή ενιαία αγορά. Η επιλογή που αντιμετωπίζει σήμερα η Ε.Ε. είναι ίδια με την επιλογή που αντιμετώπισαν κι άλλες χώρες σε άλλα μέρη του κόσμου: είτε θα προχωρήσει στην πολιτική ολοκλήρωση είτε θα χαλαρώσει την οικονομική ένωση.
Πριν την κρίση, η Ευρώπη έδειχνε να τείνει σε μια επιτυχή μετάβαση προς την πολιτική ολοκλήρωση. Σήμερα το οικονομικό της σχέδιο βουλιάζει, ενώ απουσιάζει μια ηγεσία ικανή να δώσει ώθηση στην πολιτική ολοκλήρωση.
Το καλύτερο που μπορεί να ειπωθεί τώρα πια είναι πως η Ευρώπη δεν μπορεί να καθυστερεί άλλο τις επιλογές στην οποία την υποχρέωσε η ελληνική κρίση. Οι αισιόδοξοι θα μπορούσαν ίσως να συμπεράνουν ότι η Ευρώπη θα καταφέρει να βγει στο τέλος ενισχυμένη από την παρούσα κρίση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παράκληση: Μη βάζετε σχόλια με υβριστικό περιεχόμενο.
Τ α σχόλιά σας ας είναι κόσμια