Παρασκευή, 25 Φεβρουαρίου 2011
Ο ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ ΣΤΟΝ ΠΡΟΠΟΛΕΜΙΚΟ ΤΥΠΟ
ΜΙΑ ΜΕΡΑ ο πασσάς προσκαλεί τον Καραγκιόζη για να του πει ένα ψέμμα. Εάν μεν είναι πραγματικό ψέμμα τότε ο πασσάς θα δίδη εις τον Καραγκιόζην δέκα λίρες. Εάν όμως αποκαλυφθή αλήθεια, θα του....
δίνη πεντακόσιες ξυλιές.
Ο Καραγκιόζης θέτει εις ενέργειαν την πονηρίαν του.
Βήχει και αρχίζει
- Πολυχρονεμένε μου πασσά! Εγώ εγνώρισα τον πατέρα σου.
Ο πασσάς εννοεί ότι είναι ψέμματα, επειδή πριν γεννηθεί ο Καραγκιόζης, ο γέρο πασσάς είχε αποθάνει. Αλλά δεν τολμά να το ειπή. Θα πληρώση στον Καραγκιόζη δέκα λίρες δια το ψέμμα.
Ο Καραγκιόζης προχωρεί και τον θέτει εις δίλημμα:
- Ναι πολυχρονεμένε μου πασσά! Είχα δανείσει του μακαρίτη του πατέρα σου τριακόσιες λίρες και μου τις χρωστάει ακόμη.
Τι ν' απαντήση τώρα ο πασσάς; Ότι αυτό είναι ψέμματα; Θα πληρώση δέκα λίρες. Ότι είναι αλήθεια; Θα πληρώση.
Ούτως ή άλλως ο Καραγκιόζης θα πάρη λίρες. Αλλά, δυστυχώς γι' αυτόν, υπάρχει και Βεληγκέκας, ο οποίος δεν δίνει λίρες, αλλά ξυλιές. Ο πασσάς τον ξαπολύει αμέσως εναντίον του Καραγκιόζη.
Σ.Μελάς, Χρονογράφημα «Εστία» 4 Μαΐου 1910
Ο ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ Τσελεπής διασχίζει βιαστικός όλο το μήκος της σκηνής και σταματά προ της καλύβας του Καραγκιόζη.
- Τακ, τακ, τακ!
- Ποιος; φωνάζει από μέσα ο Καραγκιόζης, δίχως να φαίνεται.
- Εγώ, ο Χατζηαβάτης Τσελεπής!
- Άντε Κολλιτήρη, λέει στο μοναχογυιό του ο Καραγκιόζης, να του ειπής ότι δεν είμαι μέσα!
Σε λίγο ξεπροβάλλει ο Κολλιτήρης,
- Μου είπε ο πατέλας μου να σου ειπώ ότι δεν είναι μέσα!
- Βρε, κακή σου ημέρα και μαύρη, πήγαινε να του ειπής ότι είναι ανάγκη να τον ιδώ.
Ο Κολλιτήρης εισέρχεται πάλι μέσα.
- Βρε, που να σου πάρη
- Θ' ανοίξης, Καραγκιόζη; φωνάζει αδημονών ο Χατζηαβάτης.
- Δεν είμαι μέσα!
- Μέσα είναι! φωνάζει ο Κολλιτήρης.
- Λοιπόν θα βγης, ή να φύγω; λέγει ο Χατζηαβάτης.
Ντρέπομαι για λογαριασμό σου καημένε, απαντά ο Καραγκιόζης. Να πιστεύης το παιδί και να μην πιστεύης εμένα, που σου λέω ότι δεν είμαι μέσα. Ντροπή σου!
Ρεπόρτερ, «Πατρίς» 10/7/1911
Ο ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ κοιμώμενος έβλεπε στο όνειρό του ότι του έκαναν γεύμα εις ένα μεγάλο ξενοδοχείον.
- Τι θα φάτε; τον ηρώτησεν ευλαβώς το γκαρσόνι..
- Έχετε μακαρόνια; ρώτησε το γκαρσόνι ο Καραγκιόζης.
- Έχουμε!
- Φέρε μου μια πιατέλλα.
Το γκαρσόνι έσπευσε να φέρη μια πιατέλλα μακαρόνια εις τον βουλιμιώντα Καραγκιόζην, αλλά πριν την αφήση εις το τραπέζι, τον ηρώτηοε:
- Επειδή είναι λίγο κρύα, θέλετε να τα ζεστάνω λίγο;
- Ζέστανε τα, αλλά γρήγορα!
Εν τω μεταξύ όμως ο Καραγκιόζης εξύπνησε και μη βλέπων πουθενά γύρω του την πιατέλλα με τα μακαρόνια ανεφώνησεν ολοφυρόμενος:
- Μωρέ δεν τα' τρωγα κρύα! Τι ήθελα εγώ, ο μαγκούφης, να πω να μου τα ζεοτάνη!
Τσαμό, εφ. «Πατρίς», 17/6/1928
Thaleia
δίνη πεντακόσιες ξυλιές.
Ο Καραγκιόζης θέτει εις ενέργειαν την πονηρίαν του.
Βήχει και αρχίζει
- Πολυχρονεμένε μου πασσά! Εγώ εγνώρισα τον πατέρα σου.
Ο πασσάς εννοεί ότι είναι ψέμματα, επειδή πριν γεννηθεί ο Καραγκιόζης, ο γέρο πασσάς είχε αποθάνει. Αλλά δεν τολμά να το ειπή. Θα πληρώση στον Καραγκιόζη δέκα λίρες δια το ψέμμα.
Ο Καραγκιόζης προχωρεί και τον θέτει εις δίλημμα:
- Ναι πολυχρονεμένε μου πασσά! Είχα δανείσει του μακαρίτη του πατέρα σου τριακόσιες λίρες και μου τις χρωστάει ακόμη.
Τι ν' απαντήση τώρα ο πασσάς; Ότι αυτό είναι ψέμματα; Θα πληρώση δέκα λίρες. Ότι είναι αλήθεια; Θα πληρώση.
Ούτως ή άλλως ο Καραγκιόζης θα πάρη λίρες. Αλλά, δυστυχώς γι' αυτόν, υπάρχει και Βεληγκέκας, ο οποίος δεν δίνει λίρες, αλλά ξυλιές. Ο πασσάς τον ξαπολύει αμέσως εναντίον του Καραγκιόζη.
Σ.Μελάς, Χρονογράφημα «Εστία» 4 Μαΐου 1910
Ο ΧΑΤΖΗΑΒΑΤΗΣ Τσελεπής διασχίζει βιαστικός όλο το μήκος της σκηνής και σταματά προ της καλύβας του Καραγκιόζη.
- Τακ, τακ, τακ!
- Ποιος; φωνάζει από μέσα ο Καραγκιόζης, δίχως να φαίνεται.
- Εγώ, ο Χατζηαβάτης Τσελεπής!
- Άντε Κολλιτήρη, λέει στο μοναχογυιό του ο Καραγκιόζης, να του ειπής ότι δεν είμαι μέσα!
Σε λίγο ξεπροβάλλει ο Κολλιτήρης,
- Μου είπε ο πατέλας μου να σου ειπώ ότι δεν είναι μέσα!
- Βρε, κακή σου ημέρα και μαύρη, πήγαινε να του ειπής ότι είναι ανάγκη να τον ιδώ.
Ο Κολλιτήρης εισέρχεται πάλι μέσα.
- Βρε, που να σου πάρη
- Θ' ανοίξης, Καραγκιόζη; φωνάζει αδημονών ο Χατζηαβάτης.
- Δεν είμαι μέσα!
- Μέσα είναι! φωνάζει ο Κολλιτήρης.
- Λοιπόν θα βγης, ή να φύγω; λέγει ο Χατζηαβάτης.
Ντρέπομαι για λογαριασμό σου καημένε, απαντά ο Καραγκιόζης. Να πιστεύης το παιδί και να μην πιστεύης εμένα, που σου λέω ότι δεν είμαι μέσα. Ντροπή σου!
Ρεπόρτερ, «Πατρίς» 10/7/1911
Ο ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ κοιμώμενος έβλεπε στο όνειρό του ότι του έκαναν γεύμα εις ένα μεγάλο ξενοδοχείον.
- Τι θα φάτε; τον ηρώτησεν ευλαβώς το γκαρσόνι..
- Έχετε μακαρόνια; ρώτησε το γκαρσόνι ο Καραγκιόζης.
- Έχουμε!
- Φέρε μου μια πιατέλλα.
Το γκαρσόνι έσπευσε να φέρη μια πιατέλλα μακαρόνια εις τον βουλιμιώντα Καραγκιόζην, αλλά πριν την αφήση εις το τραπέζι, τον ηρώτηοε:
- Επειδή είναι λίγο κρύα, θέλετε να τα ζεστάνω λίγο;
- Ζέστανε τα, αλλά γρήγορα!
Εν τω μεταξύ όμως ο Καραγκιόζης εξύπνησε και μη βλέπων πουθενά γύρω του την πιατέλλα με τα μακαρόνια ανεφώνησεν ολοφυρόμενος:
- Μωρέ δεν τα' τρωγα κρύα! Τι ήθελα εγώ, ο μαγκούφης, να πω να μου τα ζεοτάνη!
Τσαμό, εφ. «Πατρίς», 17/6/1928
Thaleia
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παράκληση: Μη βάζετε σχόλια με υβριστικό περιεχόμενο.
Τ α σχόλιά σας ας είναι κόσμια